25 Ιουνίου 2025

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ "LITERATURE.GR"

Στη συνέντευξη που δημοσιεύθηκε στις 8.2.2025 στο Literature.gr συζητήσαμε με την Κατερίνα Λιάτζουρα περί Ποίησης, Θεάτρου και άλλων δαιμονίων.

Θερμές ευχαριστίες στο Literature.gr για τη φιλοξενία και στην Κατερίνα Λιάτζουρα για τις εξαιρετικές ερωτήσεις που μου έδωσαν άφθονη τροφή για σκέψη. Πατήστε εδώ για να διαβάσετε τη συνέντευξη.

 

09 Ιουνίου 2025

ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΤΗΣ ΠΗΝΕΛΟΠΗΣ ΑΛΕΞΙΟΥ "ΠΕΝΘΙΜΗ ΓΗ" (ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΑΚΧΙΚΟΝ 2024)

Μετά από μια σειρά δημοσιεύσεων σε λογοτεχνικά περιοδικά, η κοινωνική ανθρωπολόγος Πηνελόπη Αλεξίου κάνει το ντεμπούτο της στον χώρο της Ποίησης με την ποιητική συλλογή που φέρει τον τίτλο «Πένθιμη Γη».


Στο εξώφυλλο του βιβλίου απεικονίζονται αποδημητικά πουλιά που μοιάζουν να κατευθύνονται προς μια απόκοσμη γη, όπου κυριαρχεί το μωβ, το χρώμα του πένθους. Πράγματι, όπως αναφέρει στις ευχαριστίες της η ποιήτρια, η συλλογή «αφιερώνεται σε όσα άτομα βιώνουν κάποιου είδους πένθος ή απώλεια, σε όσα άτομα παλεύουν καθημερινά με την κατάθλιψη, στις γυναίκες και στα πρόσωπα που δεν είναι πια μαζί μας, αλλά όσο ήταν εδώ σήμαιναν πολλά για εμάς». Αναμφίβολα, πολλοί από εμάς μπορούμε να αναγνωρίσουμε τους εαυτούς μας στις παραπάνω γραμμές.

Η συλλογή εκκινεί με το χαρακτηριστικό ποίημα «Γαλάζιο σαλόνι» (σελ. 11). Η ποιήτρια περιγράφει μια σκηνή της καθημερινότητας, η οποία, όμως, γίνεται το έναυσμα που πυροδοτεί τον μηχανισμό του πένθους. Η αγορά του καινούριου σαλονιού, που υλοποιήθηκε χάρη στην αρωγή ενός αγαπημένου προσώπου, θα προκαλούσε υπό κανονικές συνθήκες συναισθήματα χαράς. Τη στιγμή, όμως, που το ποιητικό υποκείμενο ετοιμάζεται να καλέσει το αγαπημένο του πρόσωπο συνειδητοποιεί ότι αυτό δεν υπάρχει πια («[…] σχηματίζω τον αριθμό σου/για να σε ευχαριστήσω με όλη μου την καρδιά/για τα χρήματα που μου έστειλες/[…] και τότε πύρινα δάκρυα/χαράζουν με ουλές στα ζυγωματικά μου/τις λέξεις/ΔΕΝ/ΖΕΙΣ/ΠΙΑ»). Όποιος/α έχει βιώσει το πένθος το γνωρίζει καλά: ακόμα και οι πιο απλές, καθημερινές στιγμές μπορούν να ανασύρουν στη μνήμη τα αγαπημένα μας πρόσωπα και να μας βυθίσουν και πάλι στην οδύνη.

Το επόμενο ποίημα τιτλοφορείται «Έξω από τις Φυλακές του Εβίν» (σελ. 13) και αναφέρεται στον ηρωικό αγώνα για τα δικαιώματα των γυναικών στο θεοκρατικό καθεστώς του Ιράν. Με αφορμή τον θάνατο άλλης μιας νεαρής γυναίκας από βασανιστήρια στις διαβόητες Φυλακές του Εβίν, «διότι δεν συνεμορφώθη προς τα υποδείξεις» του βάναυσου καθεστώτος, χιλιάδες γυναίκες, στην πλειοψηφία τους νεαρά κορίτσια, εξεγείρονται για να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους. Μία από αυτές καίει τη μαντίλα της, μία τολμηρή πράξη απαξίωσης του πατριαρχικού και θρησκευτικού status quo, κόβει την κοτσίδα της, θυσιάζοντας τη μακριά κόμη της –αέναο σύμβολο θηλυκότητας– και ενώνει τη φωνή της με τις υπόλοιπες διαμαρτυρόμενες. Μέσα από το ποίημα αναδεικνύεται η άνιση μάχη που δίνουν οι γυναίκες του Ιράν για την κατάκτηση στοιχειωδών δικαιωμάτων αλλά, ταυτόχρονα, υπογραμμίζεται η ομορφιά του κοινού αγώνα και δίδεται έμφαση στη γυναικεία συντροφικότητα και αλληλεγγύη («[…] τραγουδούσε μαζί με τις άλλες,/είχαν γίνει μία,/είναι ΜΙΑ/Φωνή/Γυναίκα/Ελευθερία»).

Στο ποίημα «Νυχτέρι» (σελ. 16) επιστρέφουμε στην πένθιμη ατμόσφαιρα. Τη νύχτα που ο σύντροφός του κοιμάται, το ποιητικό υποκείμενο ανατρέχει και πάλι σε αυτούς που δεν βρίσκονται στη ζωή και, μοιραία, καταλήγει στο ερώτημα που βασανίζει όλους τους πενθούντες: «Γιατί να ζω εγώ;». Πολλές φορές, αυτοί που μένουν πίσω βασανίζονται από τύψεις και αναρωτιούνται αν θα έπρεπε να βρίσκονται αυτοί στη θέση των τεθνεώτων. Το ερώτημα που αναφέρθηκε, ωστόσο, είναι ανοικτό και σε μία δεύτερη ερμηνεία που σχετίζεται και με την ίδια την ύπαρξη αυτού/αυτής που το αρθρώνει. Μοιάζει, δηλαδή, το ποιητικό υποκείμενο να στοχάζεται και να αναρωτιέται αν η ζωή του έχει κάποιο σκοπό, κάποιο νόημα. Προτού προλάβει, όμως, να απαντήσει στο ερώτημα έχει ήδη επιστρέψει στο κρεβάτι «έχοντας παραλύσει/από τον πανικό/και τον θυμό».

Ξεχωριστή μνεία αξίζει να γίνει στο ποίημα «Απολογισμός γυναικοκτονιών» (σελ. 19), το οποίο διαφοροποιείται από την υπόλοιπη συλλογή καθώς είναι γραμμένο σε έμμετρη μορφή. Ο τίτλος μαρτυρά και το θέμα του ποιήματος που δεν είναι άλλο από τη μάστιγα της εποχής μας, τις γυναικοκτονίες. Η ποιήτρια καταγράφει αναλυτικά το σύμπλεγμα των ιδεολογικών κατασκευών που οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στο τελικό μακάβριο αποτέλεσμα. Το κορίτσι διδάσκεται από μικρή ηλικία ότι «[…] το σώμα του διέπει/ο νόμος στην τιμή και την ντροπή». Ως γυναίκα αντιμετωπίζεται «ως τρόπαιο που φέρει ηδονή», ενώ, μεγαλώνοντας, διαπιστώνει ότι «πτυχία, επιτυχίες και διακρίσεις/δεν μέτρησαν ποτέ εργασιακά», καθώς «οι άντρες με τις μέτριες πεποιθήσεις/σ’ οδήγησαν σε τέλεια οικιακά». Η πατριαρχία επιβάλλει σε αυτήν τις επιλογές της (τον γάμο και την οικογένεια) και όταν ξεσπά η βία βρίσκεται αντιμέτωπη όχι μόνο με την ένοχη σιωπή της τοπικής κοινωνίας («[…] κανείς δεν ρώτησε: “Ετούτη εδώ πού μένει;/Μήπως αντί για σπίτι ζει σε φυλακή;”») αλλά και με την κατηγορία ότι ανέχεται τη βάναυση συμπεριφορά του κακοποιητή της («Μόλις σε κοίταζαν σου έλεγαν με θράσος/το πόσο έφταιγες, κυρίως και μόνο εσύ/που το ανάστημα δεν όρθωσες με πάθος/για να χωρίσεις φεύγοντας απ’ το νησί»). Στο τέλος λαμβάνει χώρα ο προαναγγελθείς θάνατος και το θύμα ζει μόνο στις αναμνήσεις του ποιητικού υποκειμένου. Η ποιήτρια αρθρώνει μια κραυγή αγωνίας για τα θύματα στην προσπάθειά της να κινητοποιήσει το αναγνωστικό κοινό, ώστε να σπάσει ο φαύλος κύκλος της βίας κατά των γυναικών.   

Ακολουθεί το ποίημα «Παρακαταθήκη» (σελ. 21), όπου η Αλεξίου αναφέρεται στο πεπρωμένο των ποιητών και των ποιητριών που είναι καταδικασμένοι/ες να «βλέπουν […]/τους εφιάλτες που κρύβουν οι γονείς απ’ τα νήπια», «όσο τα πλήθη τρέχουν στους συρμούς του μετρό/σαν κοπάδια προβάτων/που κυνηγάει ο τσοπάνης στα βοσκοτόπια». Σε έναν κόσμο όπου «[…] η ευτυχία εξαρτάται από έναν αριθμό τραπεζικού λογαριασμού», οι λογοτέχνες και οι λογοτέχνιδες είναι οι ιεροφάντες που «αγιάζουν ως μάρτυρες ενός κόσμου που δεν πενθεί».   

Στο ποίημα με τίτλο «Νέμεσις» (σελ. 33), το ποιητικό υποκείμενο περιγράφει μία διαφορετικού είδους απώλεια, την απώλεια της υγείας. Όσο κανείς είναι υγιής, θεωρεί αυτή την κατάσταση δεδομένη. Μόνο όταν απωλέσει την υγεία του/της αισθάνεται την αξία αυτού που έχασε. Η ασθένεια που αντιμετωπίζει το ποιητικό υποκείμενο είναι «ήσυχη, αθόρυβη/μονίμως παρούσα». Όμως, σαν το σαράκι ροκανίζει «κάθε ρανίδα αντοχής». Εκτός από την ασθένεια, ωστόσο, την παρουσία του κάνει στο ποίημα και ο κοινωνικός ρατσισμός. Η ασθενής γίνεται αντικείμενο σχολιασμού («Στη γειτονιά με κοιτάζουν περίεργα»), καθώς τα σημάδια του νοσήματός της είναι ορατά («Η τσάντα μού πέφτει από τον ώμο./Ο πατέρας μου με κρατά»). Αλλά και οι φίλοι και οι συγγενείς δεν στέκονται στο ύψος των περιστάσεων («Οι φίλοι μου γίνανε ξένοι/κι οι συγγενείς δεν με καλούν συχνά»). Η νόσος εξελίσσεται με τρόπο δραματικό («Η όρασή μου φθίνει./Τα πόδια μου μουδιάζουν./Τα χέρια μου τρέμουν./Τα μαλλιά μου πέφτουν./Το σώμα μου πονά, σφαδάζει»), ίσως, θα μπορούσαμε να πούμε, και σοκαριστικό. Ωστόσο, το ποιητικό υποκείμενο με δύναμη ψυχής και γενναιότητα αντιμετωπίζει κάθε πιθανό ενδεχόμενο («Ίσως […]/να οικειοποιηθείς το σπίτι μου./Ίσως να το καταλάβεις […]/Ίσως με διώξεις […]/Δεν θα μάθω μέχρι το τέλος»).         

Στην ίδια θεματική ενότητα εντάσσεται και το συγκινητικό ποίημα «Τα χέρια» (σελ. 37). Η νόσος που προαναφέρθηκε επηρεάζει και τη λειτουργία των χεριών («Άτονα, άνευρα,/κρέμονται άχαρα απ’ την καρέκλα»), τα οποία έχουν πλέον χάσει τον ρόλο τους («Κάποτε […]/με εξυπηρετούσαν/[…] δεν μπορούν να με ταΐσουν,/[…] δεν μπορούν να με λούσουν ή να χτενίσουν τα μαλλιά μου/[…] δεν μπορούν να με ντύσουν/[…] δεν»). Η καθημερινότητα γίνεται δυσβάστακτη. Ένας διαρκής αγώνας για την κάλυψη στοιχειωδών αναγκών. Και πάλι, όμως, το ποιητικό υποκείμενο αντιμετωπίζει την κατάσταση με ψυχραιμία και ψυχικό σθένος, ακόμα και με ταπεινοφροσύνη («Τα χέρια μου/[…] άσκησαν το δικαίωμα στην ομερτά/και ποια είμαι εγώ να το αναιρέσω;»).

Σε συνέχεια του προηγούμενου ποιήματος έρχεται το ποίημα με τίτλο «Το κύκνειο άσμα του νεκρώνα» (σελ. 42). Χρησιμοποιώντας την ιατρική ορολογία, η Αλεξίου μας δίνει το πλαίσιο της σκλήρυνσης κατά πλάκας. Σε αυτή τη διαταραχή της λειτουργίας του νευρικού συστήματος «οι νευρώνες μου γίνονται νεκρώνες/[…] καλυμμένοι με τέφρα/λειτουργικότητας και αναμνήσεων». Οι «δενδρίτες [είναι] άκαρποι/[…] και η υποτροπή/βυθίζει την ντροπή/σε ένα ναυάγιο/που αποτυπώνεται ως απομυελινωτική εστία». Οι υποτροπές είναι ο μεγαλύτερος εφιάλτης που συνοδεύει αυτό το αυτοάνοσο νόσημα, καθώς ποτέ κανείς/καμία δεν μπορεί να είναι σίγουρος/η ότι θα καταφέρει να επιστρέψει στην προτέρα κατάσταση. Το ποιητικό υποκείμενο μετρά τα λεπτά μέσα «στα έγκατα του μαγνητικού τομογράφου». Μόνη παρηγοριά σε αυτήν τη συνθήκη, η στροφή προς το Θείο («Ανάβω κερί στην Παναγιά/[…] και προσεύχομαι/για ανάσταση νεκρών(ων)». Αξίζει, εδώ, να γίνει ιδιαίτερη αναφορά στον δεύτερο στίχο αυτής της τελευταίας στροφής του ποιήματος, ο οποίος πιάνει το νήμα από το ποίημα «Τα χέρια» («[…] σπάω με το πόδι μου το κόκκινο αυγό»). Αφού τα χέρια αδρανοποιούνται, το ποιητικό υποκείμενο, σε μία εικόνα που συγκλονίζει, δεν έχει άλλη επιλογή από το να σπάσει το αυγό με το πόδι. Έστω κι έτσι, όμως, μετέχει στα δρώμενα και ελπίζει.

Ακολουθεί το ποίημα «Αγκάθια» (σελ. 43), όπου σκιαγραφείται η ψυχολογική διάσταση της νόσου. Ο πόνος και οι καθημερινές κακουχίες οδηγούν στην απελπισία και σε τούτη την ύστατη ώρα, όπως κάθε άλλος άνθρωπος, το ποιητικό υποκείμενο καταφεύγει στην αρχετυπική μορφή της μητέρας. Η μάνα αποτελεί το στήριγμα από το οποίο η πάσχουσα προσμένει παρηγοριά. Κυριαρχεί η απόγνωση («Μαμά, πρέπει να κάνω πάλι τις ενέσεις μου,/και δεν αντέχω, μαμά!») και ένα ερώτημα που είναι καταδικασμένο να μείνει αναπάντητο («Πότε θα τελειώσει αυτό το μαρτύριο, μαμά;»). Το ποιητικό υποκείμενο ζητά υποστήριξη, καθώς η μοναξιά επελαύνει («Θέλω μόνο να σου μιλήσω, μαμά,/όταν πονάω νιώθω τόσο μόνη…»). Δυσκολεύεται να πιστέψει όσα του έχουν συμβεί. Όμως, σε μια ένδειξη περηφάνιας και αξιοπρέπειας, δεν ζητά υλική βοήθεια. Αυτό που χρειάζεται είναι η συναισθηματική υποστήριξη («Θέλω απλώς να ξέρω/πως είσαι εκεί/[…] πως με ακούς,/[…] για να μοιράζω τον πόνο μου στα δυο»). Τελικά, αυτό που έχει σημασία είναι μια φωνή στην άλλη άκρη της γραμμής που να προσφέρει συμπαράσταση, όσο κι αν είναι δύσκολο για έναν γονέα να βλέπει το παιδί του σε αυτή την κατάσταση.

Με την ποιητική συλλογή «Πένθιμη Γη» η Πηνελόπη Αλεξίου αφήνει πολλές υποσχέσεις αναφορικά με το μέλλον της στον χώρο της Ποίησης. Με βασικές θεματικές το πένθος και την απώλεια αλλά και με αναφορές σε κοινωνικά ζητήματα, όπως η κακοποίηση των γυναικών, μας προσφέρει ένα βιβλίο που δημιουργεί στο αναγνωστικό κοινό έντονα συναισθήματα και αποτελεί τροφή για προβληματισμό. Με γλώσσα προσεγμένη και στιβαρή ανοικοδομεί τη «μνήμη των χαμένων αναμνήσεων» στην οποία, άλλωστε, αφιερώνεται και η παρούσα συλλογή.   

Πρώτη δημοσίευση: Ποιείν

04 Ιουνίου 2025

Ν.Γ. ΛΥΚΟΜΗΤΡΟΣ "ΤΟ ΑΛΓΟΣ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ"

Δημοσιεύθηκε στο πάντα φιλόξενο Fractal το νέο (ανέκδοτο) ποίημά μου με τίτλο «Το άλγος του Έρωτα».

Το ποίημα αναφέρεται στην απελπισία που προκαλεί στο ποιητικό υποκείμενο η οδύνη του ανεκπλήρωτου έρωτα. Αντλεί έμπνευση από την ταραγμένη συναισθηματική ζωή του σπουδαίου Ρώσου ποιητή και θεατρικού συγγραφέα, Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι, η οποία έπαιξε καταλυτικό ρόλο, από κοινού με άλλα γεγονότα βεβαίως, στη λήψη της απόφασης του τερματισμού της ζωής του.

Θερμές ευχαριστίες στο Fractal για τη φροντίδα και για την εμπιστοσύνη. 

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε το ποίημα. 

24 Μαΐου 2025

PUBLIC BOOK AWARDS 2025

Το βιβλίο μου «Ο ήχος της απώλειας» είναι υποψήφιο στην κατηγορία «Σύγχρονη Ελληνική Ποίηση» για τα Βραβεία Βιβλίου Public.

Θεώρησα ότι ήταν κι αυτός ένας τρόπος για να φτάσει το βιβλίο σε κάποιους/ες αναγνώστες/ριες στους/στις οποίους/ες ίσως να μην έφτανε ποτέ.

Ως εκ τούτου, μπορείτε να ψηφίσετε το βιβλίο μου στον ακόλουθο σύνδεσμο:

Ψηφοφορία - Public Book Awards 2025


Αν, ωστόσο, αναζητάτε άλλες επιλογές, υπάρχουν οι εξής πολύ αξιόλογες:

Αφροδίτη Κατσαδούρη «Η σάρκα στάζει στο μπαλκόνι»

Ευαγγελία Τάτση «Θα γίνουν ΟΛΑ με τα μάτια ΑΝΟΙΧΤΑ»

Ευτυχία Κατελανάκη «λοιπόν,»

Αγγέλα Καϊμακλιώτη «Λυκόσκυλα»

Κατερίνα Ατσόγλου «Το βάρος της μοναξιάς»

Γιώργος Μολέσκης «Τρία προσωπικά ποιήματα»

Προτείνω, επίσης, το βιβλίο της Πηνελόπης Αλεξίου «Πένθιμη γη» για ψήφιση στην κατηγορία «Πρωτοεμφανιζόμενος».

Είναι αυτονόητο ότι οι επιλογές είναι προσωπικές και σίγουρο ότι υπάρχουν και άλλες πολύ αξιόλογες υποψηφιότητες.

Εύχομαι σε όλους/ες καλή επιτυχία!