30 Ιουνίου 2024

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΜΠΙΟΥ – ΤΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

ΕΝΕΧΥΡΟ ΖΩΗΣ

Μπήκα στο δωμάτιο του περιβόητου τοκογλύφου
Μου πρόσφερε μια θέση κι έναν καφέ
‒Τι ευγενικός!‒
Τον ρώτησα ευθέως

Πόσο κοστίζει μια νέα ζωή μαζί του;

Όχι όχι
Πάμε πάλι

Πόσο κοστίζει μια επιστροφή στη ζωή πριν απ’ αυτόν;

Κυρία μου…

Κοιτάξτε
όλες τις σχηματισμένες γραμμές γύρω απ’ τα μάτια και τις σακούλες,
τα γκρίζα μου μαλλιά όταν δεν τα βάφω
τα σκασμένα χείλη και τις άτονες πια θηλές μου.
Κοιτάξτε
τα σημάδια της ψυχής μου
Α, δεν φαίνονται;
Τι κρίμα. Είναι τόσο ωραία φτιαγμένα.
Πόσο κοστίζει λοιπόν;
Πληρώνω όσο όσο
Όσο χρειάζεται για να επιστρέψω σ’ εκείνην τη χαρούμενη εκδοχή μου              που οι άντρες με φλέρταραν κι εγώ το δεχόμουν
ή καλύτερα το απολάμβανα
για να επιστρέψω σ’ ένα μέλλον στο οποίο δεν θα ’χω γάτες αλλά σκύλο
κι έναν άντρα
κι ίσως και μια γαρδένια απ’ αυτές που δεν θα μαραίνονται κάθε που ξεχνάω να την ποτίζω
Πείτε μου, κύριε τοκογλύφε, πόσο κοστίζει;
Αφήνω όλες τις επόμενές μου ζωές ενέχυρο.

Κι άφησα εκεί χάμω γυμνό το κορμί και την ψυχή μου.

 

ΕΝΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΕΝΟ ΠΟΙΗΜΑ

Απόψε θέλω να του μιλήσω όπως παλιά όταν οι συζητήσεις μας κρατούσαν ώρες
Όταν κάποτε υπήρξα κάπως ευτυχισμένη
Ευτυχισμένη χωρίς ποτέ τα χείλη του στα δικά μου
Ευτυχισμένη χωρίς ποτέ μια αγκαλιά κι ένα βλέμμα πονηρό
Ευτυχισμένη
Ερωτευμένη

Απόψε θέλω να του πω πως ποτέ δεν τον ξέχασα
Πως ό,τι κάνω είναι για κείνον
Για να μπορέσει ίσως κάποτε να με δει
Να δει πίσω από χαμόγελα σε πλήθη
Πίσω από τυπικές κρύες χειραψίες

Απόψε θέλω να του πω πως η καρδιά μου κάθε φορά που τον βλέπει χτυπάει σαν τρελή
Πως δεν ξέχασε ποτέ εκείνο το άγγιγμα κάτω απ’ το τραπέζι
Πως άξιζε η ζωή μου για να καθίσω περήφανη δίπλα του ένα βράδυ
Πως θα ’μαι πάντα εκεί

Απόψε θέλω να του πω σ’ αγαπώ

Απόψε θα διαγράψω αυτό το ποίημα.
Αύριο θα τον χαιρετήσω μ’ ένα ψεύτικο χαμόγελο
Κάποτε ίσως μάθει πως μια καρδιά άνθισε και πέθανε με τον έρωτά του

ΤΟ ΣΠΙΤΙ

Το ’χε φτιάξει κατά πως ήθελε.
Εφτά χρόνια το ’χτιζε με τα χέρια του
που ’βγαλαν κιόλας ρόζους
και βλάστησαν αγκάθια.

Μεγάλα παράθυρα σε κάθε τοίχο, με παντζούρια σ’ ένα ανοιχτό μπλε χρώμα
που θύμιζε εκείνα τα νησιά που έβλεπε σε κάτι παλιά βιβλία.
Και τρία υπνοδωμάτια.

Και κήπο. Έναν μεγάλο κήπο περιμετρικά του σπιτιού γεμάτο
πορτοκαλιές και ανθώνες για να φυτεύει ό,τι λουλούδια ήθελε,
αν και ξέρει πως θα τους γεμίσει με ζουμπούλια.

Πέρασαν τώρα πέντε μήνες που το ’χε τελειώσει.
Καθόταν στη βεράντα όταν είδε δύο συγχωριανούς του να τρέχουν
πανικόβλητοι τις γειτονιές.
«Έρχονται, έρχονται…»

Ποιοι; Από πού; Και τι θέλουν;

«Έρχονται, έρχονται. Βίασαν την κόρη του Ξανθούδη.
Σκότωσαν τον αδελφό της. Έρχονται…»

Ούτε που κατάλαβε πώς έτρεξε, μάζεψε πέντε ρούχα σε μια βαλίτσα,
τη βέρα της γιαγιάς του και μια εικόνα της Παναγίας που του ’χε δώσει
κάποτε η μάνα του να τον φυλάει.
Έστειλε την κόρη του σε κάτι μακρινούς συγγενείς στη Λευκωσία.

Θα μαραζώσει εκεί. Μακριά απ’ τη θάλασσα.

Και νά που οι άλλοι ήρθαν.
Του πήραν τη γη του, το σπίτι του, το σπίτι της κόρης του,
αυτός βρέθηκε να πολεμά στην πρώτη γραμμή.
Κι οι ρόζοι βάθαιναν…
Η κόρη έχασε τον πατέρα της, ο πατέρας έχασε την κόρη,
το σπίτι έχασε τα πάντα.

Δεν πρόλαβε καν να βάλει στη βαλίτσα τα στέφανα
που της είχε αγοράσει και θα της έδινε δώρο
για τη μέρα του γάμου της.
Αυτά έμειναν προικιό να στολίζουν το σπίτι.

 Σταυρούλα Μπίου

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Η Σταυρούλα Μπίου, με καταγωγή από την Καρδίτσα και τη Λευκωσία, γεννήθηκε και μεγάλωσε στην κυπριακή πρωτεύουσα, όπου και διαμένει μόνιμα. Είναι διδάκτωρ Νεοελληνικής Φιλολογίας του παν/μίου Κύπρου (Μάιος 2022). Η πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο Ίρις Ματωμένη κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 2021 από τις εκδόσεις Αρμίδα και συμπεριλήφθηκε στη βραχεία λίστα Κρατικών Βραβείων για τη χρονιά 2021, στην κατηγορία του Νέου Λογοτέχνη. Η ποίηση γι’ αυτήν είναι ένας ευαίσθητος, εύθραυστος και μοναχικός δρόμος. Από το 2018 είναι η επιμελήτρια των ελληνικών εκδόσεων της Αρμίδας. Παράλληλα, συνεργάζεται για την επιμέλεια κειμένων με τις εκδόσεις Βακχικόν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: