11 Δεκεμβρίου 2024

ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΠΑΛΤΑ "ΤΑ ΛΕΠΤΑ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ" (ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΚΤΟΣ 2023)

"ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ"

Ένα χρόνο μετά το βιβλίο του με τίτλο «Περιγραφές του ανεκπλήρωτου» (Εκδόσεις Κάκτος, 2022), ο ποιητής, φιλόλογος και κριτικός λογοτεχνίας, Δημήτρης Μπαλτάς, μας παρουσιάζει την ποιητική συλλογή με τίτλο «Τα λεπτά της σιωπής».

 

Πρόκειται για την πέμπτη κατά σειρά συλλογή του. Είχαν προηγηθεί «Η αρχή» (Εκδόσεις Οσελότος, 2019), οι «Μελωδίες λήθης» (Εκδόσεις Αποστακτήριο, 2021) και «Το όνομα του έρωτα» (Εκδόσεις Αποστακτήριο, 2022).

Το εξώφυλλο του βιβλίου κοσμεί το έργο του Ρώσου ζωγράφου Wassily Kandinsky Small Worlds I” (1922), εισάγοντάς μας με τον ιδανικότερο τρόπο στον κόσμο του ποιητή.

Ο λογοτεχνικός κόσμος του Μπαλτά δομείται μέσα από ποιήματα που πραγματεύονται, μεταξύ άλλων, τα θέματα του ανεκπλήρωτου έρωτα και της μοναξιάς αλλά και μέσα από ποιήματα κοινωνικού προβληματισμού, ποιήματα αυτοαναφορικά, καθώς και ποιήματα αφιερωμένα σε σημαίνουσες προσωπικότητες των Γραμμάτων και των Τεχνών.

Το ζήτημα του έρωτα απαντάται σε αρκετά από τα ποιήματα της συλλογής. Δύο ποιήματα αντικριστά μάς περιγράφουν το σκίρτημα του έρωτα και την ερωτική επιθυμία που δεν βρίσκει ανταπόκριση. Στο ποίημα «Είπα μια σκέψη μου φωναχτά» (σελ. 22) αναδύεται η ερωτική προσμονή με μια αισιόδοξη ματιά: «Είπα μια σκέψη μου φωναχτά./Γέλασες. Τη βρήκες αθώα./Κι αυτό σου το χαμόγελο/ενίσχυσε την αθωότητά μου να πω/κι άλλες σκέψεις φωναχτά./“Σ’ αγαπώ!”»). Αμέσως μετά, όμως, μας προσγειώνει απότομα ο ανεκπλήρωτος πόθος στο ποίημα «Η επιθυμία με ζύγωσε κι απόψε» (σελ. 23). «Και τι δεν θα ’δινα για να ακουμπήσω/τα γλυφά σου χείλη…» αναφέρεται στην αρχή του ποιήματος. Όμως, το αντικείμενο του πόθου του ποιητικού υποκειμένου δεν ενδίδει («Αφήνεις την αλίκτυπη καρδιά μου/να παραδέρνει»).

Στο ποίημα με τίτλο «Πρόφαση» (σελ. 50), ο ποιητής εκφράζει τη μελαγχολία μετά την ερωτική επαφή. Αυτό που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε “post-coital tristesse”. «Βαριέμαι, μου είπες/και σηκώθηκες απ’ το κρεβάτι/μ’ ένα τσιγάρο στο στόμα. […]/Καθίσαμε στο νοτισμένο πάρκο/παρατηρώντας τους λίγους διερχόμενους./Τώρα η ανωνυμία —ασφαλές καταφύγιο/μετά τα γνώριμα σεντόνια—σ’ έκανε/να βαριέσαι λιγότερο./Τώρα μπορούσες να κυλιστείς/στην ανοιχτωσιά της έλλειψης/παρέα με το τετελεσμένο.»

Κι από τη μελαγχολία του έρωτα, περνάμε στο θέμα της κρυμμένης συλλογικής μοναξιάς που κυριαρχεί στις μέρες μας. Σ’ ένα από τα πρώτα ποιήματα της συλλογής με τίτλο «Αποστάσεις» (σελ. 13), ο ποιητής διαπιστώνει ότι «είναι πολλοί αυτοί που κλαίνε τις νύχτες/και την ημέρα περνούν χαμογελαστοί και/ατσαλάκωτοι […] Είναι πολλοί, δεν είμαι μόνος». Κι επανέρχεται στο θέμα αυτό στο ποίημα με τον εύγλωττο τίτλο «Πολλή μοναξιά αυτές τις μέρες» (σελ. 26). «Τα ξύλα σώθηκαν, το τζάκι έσβησε./Η καρδιά πάγωσε./Πολλή μοναξιά αυτές τις μέρες.»

Η συλλογική μοναξιά συμβαδίζει και με την προσωπική μοναξιά που στοιχειώνει το ποιητικό υποκείμενο στο ποίημα «Ρεβεγιόν» («Τότε θα έβγαινε στη σκηνή η μοναξιά […]/σαν ντίβα του θεάτρου […]/Εξάλλου, το ξέρω κι ας μην το παραδέχομαι./Και στην επόμενη παράστασή της, εδώ θα είμαι.») [σελ. 37-38]

Από τη συλλογή δεν λείπουν και τα ποιήματα που εκφράζουν τις κοινωνικές και πολιτικές ανησυχίες του Μπαλτά, όπως στο ποίημα «Ο προλετάριος» (σελ. 14), όπου κυριαρχεί η διαπίστωση ότι ο «διευθυντής με το σμόκιν» και οι «υποδιευθυντές με κολλαριστά πουκάμισα», καθώς και «δυο τρεις παρατρεχάμενοι χαρτογιακάδες» που τους ακολουθούν «δεν πιάνουν μία/μπροστά στο γνήσιο λαϊκό παιδί/που με τον ιδρώτα του τον ασβέστη/διαλύει.» Ανάλογοι προβληματισμοί εκφράζονται και στο ποίημα «Οδοφράγματα και παραπετάσματα» (σελ. 35), όπου ο Μπαλτάς εκφράζει την απογοήτευσή του για τους εγωκεντρικούς νέους που ιδιωτεύουν χωρίς να συνειδητοποιούν ότι «άλλοι στήνουν ανενόχλητοι οδοφράγματα/και παραπετάσματα στο μέλλον τους.» Άξιο αναφοράς είναι και το ολιγόστιχο ποίημα με τίτλο «Το πρόβλημα» (σελ. 16) που θέτει ευθύβολα το επίδικο των ημερών μας («Το πρόβλημα ξεκινά από ορισμένους/που θεωρούν τη δικαιοσύνη/έννοια αφηρημένη»).

Πέρα από τον κοινωνικό προβληματισμό, περίοπτη θέση έχουν στη συλλογή τα ποιήματα που μιλούν για την ίδια την Ποίηση. Ενδεικτικά αναφέρουμε το μακροσκελές πόνημα με τίτλο «Το ποίημα κι εγώ» (σελ. 27), το οποίο περιγράφει γλαφυρά το δύσκολο έργο που πρέπει να φέρει εις πέρας ο κάθε ποιητής και η κάθε ποιήτρια («Προχωρούμε πλάι-πλάι άοπλοι, τσαλακωμένοι, αληθινοί/στο αντιφέγγισμα του αδιάκοπου βροχόνερου»). Στο ίδιο μοτίβο κινείται και το ποίημα με τίτλο «Ενδόμυχα» (σελ. 36). Τον ποιητή επισκέπτεται «η κυρία Ποίηση», φέρνοντάς του φακέλους με γράμματα που δεν τολμά να ανοίξει, γιατί περιέχουν τους πόθους, τις ελπίδες και τα όνειρά του. Ο Μπαλτάς το θέτει ξεκάθαρα: η συγγραφή της Ποίησης είναι μία αναμέτρηση με τον εαυτό και «ίσως αυτή να ’ναι η πιο επώδυνη αναμέτρηση.» Ωστόσο, ο ποιητής δεν παραλείπει να αναφερθεί και στην αισιόδοξη πλευρά των πραγμάτων στο πεζοποίημα με τίτλο «Γράμμα σε νεαρό ποιητή» (σελ. 43), το οποίο στον προτελευταίο στίχο του μας διαβεβαιώνει ότι «το μόνο σίγουρο είναι ότι η επαφή με την καθάρια, αληθινή ποίηση θα σε ανταμείψει». Παράλληλα, συνδυάζοντας το λογοτεχνικό με το πολιτικό σχόλιο, παρατηρεί στο ποίημα «Πού γράφεται η ποίηση;» (σελ. 52) ότι «πιότερο βαραίνει η ποίηση/που γράφεται στους δρόμους και στις πλατείες,/στους αγώνες και στις πορείες,/στα συλλαλητήρια και στις απεργίες.»

Ξεχωριστή μνεία θα πρέπει να γίνει στα τρία ποιήματα που διαδέχονται το ένα το άλλο και αφιερώνονται σε αλησμόνητες μορφές της ελληνικής καλλιτεχνικής δημιουργίας. Πρόκειται για τα ποιήματα «Απελευθέρωση» (σελ. 30), που αφιερώνεται στη μνήμη του Παύλου Σιδηρόπουλου, «Με τον τρόπο της Κ.Γ.» (σελ. 31), που αφιερώνεται στη μνήμη της Κατερίνας Γώγου, και «Μνημόσυνο» (σελ. 32), που αφιερώνεται στη μνήμη του Ντίνου Χριστιανόπουλου. Στα ποιήματα αυτά, ο Μπαλτάς, χρησιμοποιώντας διάφορα ποιητικά εργαλεία (στίχους δανεικούς, βιογραφικά και πραγματολογικά στοιχεία, κ.ο.κ.), αποτίνει με συγκινητικό τρόπο φόρο τιμής στα πεπτωκότα είδωλά του, φανερώνοντας ταυτόχρονα και κάποιες από τις ποιητικές του καταβολές.

Μέσα από την ποιητική συλλογή «Τα λεπτά της σιωπής» αναδύεται ο ώριμος πλέον ποιητής Δημήτρης Μπαλτάς. Άλλοτε λυρικός και άλλοτε αιχμηρός, μα πάντοτε με στίχο στιβαρό, αναδεικνύει με την πένα του τον πλούτο της ελληνικής γλώσσας, ένεκα και των φιλολογικών του σπουδών, και καλεί το αναγνωστικό κοινό να τον ακολουθήσει στα δύσβατα μονοπάτια της Ποίησης, εκεί που «η ψυχή πετάει — ασυναίρετα».

 

Πρώτη δημοσίευση: BookSitting.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: